Ο ψευδάργυρος, ένα ιχνοστοιχείο που επηρεάζει τον μεταβολισμό των κυττάρων μέσω ποικίλων μηχανισμών και φαίνεται να παίζει αναπόσπαστο ρόλο στη διατήρηση της φυσιολογικής οφθαλμικής λειτουργίας.
Ο ψευδάργυρος υπάρχει σε υψηλές συγκεντρώσεις στον οφθαλμικό ιστό, ιδιαίτερα στον αμφιβληστροειδή και τον χοριοειδή χιτώνα.
|
Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, ωτορινολαρυγγολόγος, Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ιατρικός Συγγραφέας, Ερευνητής
Κόρινθος Τηλ. 6944280764 pharmage@otenet.gr www.gelis.gr www.pharmagel.gr
|
|
Αικατερίνη Γκέλη, Ιατρός, Ακτινοδιαγνώστρια, Άσσος Κορινθίας, 6944644820 |
Η έλλειψη ψευδαργύρου έχει αποδειχθεί σε πολλά είδη ότι οδηγεί σε μια ποικιλία από αδρές, υπερδομικές και ηλεκτροφυσιολογικές οφθαλμικές εκδηλώσεις.
Οι φυσιολογικές λειτουργίες του ψευδαργύρου έχουν μελετηθεί κυρίως στον αμφιβληστροειδή και στο μελάγχρουν επιθήλιο του αμφιβληστροειδούς, όπου ο ψευδάργυρος πιστεύεται ότι αλληλεπιδρά με την ταυρίνη[1] και τη βιταμίνη Α, όπου τροποποιεί τις πλασματικές μεμβράνες των φωτοϋποδοχέων, ρυθμίζει την αντίδραση φωτός-ροδοψίνης, ρυθμίζει τη συναπτική μετάδοση και χρησιμεύει ως αντιοξειδωτικό.
Η έλλειψη ή η ανεπάρκεια του ψευδαργύρου μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη και την εξέλιξη αρκετών χρόνιων οφθαλμικών παθήσεων[2].
Ο ψευδάργυρος δεν μπορεί να αποθηκευτεί σε σημαντικές ποσότητες, επομένως η τακτική διατροφική πρόσληψη είναι απαραίτητη. Oι μεταφορείς ψευδαργύρου ZIP4 και/ή το ZnT5B μεταφέρουν διατροφικά ιόντα ψευδαργύρου από τον δωδεκαδάκτυλο στα εντεροκύτταρα. Ο μεταφορέας ψευδαργύρου, ο ZnT1, μεταφέρει ιόντα ψευδαργύρου από τα εντεροκύτταρα στην κυκλοφορία και ο ZnT5B (αμφίδρομος μεταφορέας ψευδαργύρου) διευκολύνει την ενδογενή έκκριση ψευδαργύρου στον εντερικό αυλό[3].
Οι υποτιθέμενοι προαγωγείς της απορρόφησης ψευδαργύρου που αυξάνουν τη βιοδιαθεσιμότητά του, περιλαμβάνουν αμινοξέα που απελευθερώνονται από την πέψη των πρωτεϊνών και τα κιτρικά, ενώ οι φυτάτες που υπάρχουν σε διάφορα τρόφιμα, η καζεΐνη και το ασβέστιο μπορούν να μειώσουν τη βιοδιαθεσιμότητα του ψευδαργύρου[4].
Στην κυκλοφορία του αίματος, το 70% του ψευδαργύρου συνδέεται με τη λευκωματίνη και η πλειοψηφία του στο σώμα βρίσκεται στους σκελετικούς μύες και στα οστά[5].
Η απέκκριση ψευδαργύρου γίνεται μέσω των κοπράνων (κυρίως), των ούρων, του ιδρώτα, της εμμήνου ροής και του σπέρματος. Η υπερβολική πρόσληψη ψευδαργύρου μπορεί να αναστείλει την απορρόφηση χαλκού και σιδήρου, οδηγώντας σε ανεπάρκεια χαλκού και αναιμία, αντίστοιχα[6].
Η τοξικότητα του ψευδαργύρου μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς το λιπιδικό προφίλ και το ανοσοποιητικό σύστημα και η αντιμετώπισή του εξαρτάται από τον τρόπο απόκτησης ψευδαργύρου.
Η επίκτητη έλλειψη ψευδαργύρου συνήθως εμφανίζεται αργότερα στη ζωή μαζί με παράγοντες κινδύνου όπως τα σύνδρομα δυσαπορρόφησης, η λήψη άλλων φαρμάκων, όπως τα διουρητικά [7] και οι αναστολείς των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης μπορούν επίσης να προκαλέσουν ανεπάρκειαψευδαργύρου[8].
Η λήψη συμπληρωμάτων ψευδαργύρου από το στόμα μπορεί να μειώσει την απορρόφηση φαρμάκων όπως η σιπροφλοξασίνη, η δοξυκυκλίνη και η ρισεδρονάτη[9].
Τα επίπεδα ψευδαργύρου μπορεί να είναι υψηλά στους οφθαλμικούς ιστούς, αλλά η κατανομή του είναι ανομοιόμορφη. Ο ψευδάργυρος συγκεντρώνεται ιδιαίτερα στο επιθήλιο του κερατοειδούς και στο οπίσθιο στρώμα. Ο ψευδάργυρος είναι το πιο άφθονο ιχνοστοιχείο στον αμφιβληστροειδή και αυτό υποδηλώνει τον κεντρικό ρόλο του ψευδαργύρου σ΄αυτόν τον ιστό.. Ο αμφιβληστροειδής περιέχει ιδιαίτερα υψηλές ποσότητες ψευδαργύρου υποδηλώνοντας έναν κεντρικό ρόλο στον ιστό. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι η έλλειψη ψευδαργύρου στους ανθρώπους μπορεί να οδηγήσει σε ανώμαλη προσαρμογή της όρασης στο σκοτάδιι και/ή σε ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδος.
Ο δεσμευμένος ψευδάργυρος εντοπίζεται ιδιαίτερα στην εσωτερική πυρηνική στιβάδα, (π.χ. αποτελώντας μέρος της δομής των παραγόντων μεταγραφής των δακτύλων ψευδαργύρου), ενώ ο χαλαρά δεσμευμένος ψευδάργυρος είναι εμφανής στο μελάγχρουν επιθήλιο του αμφιβληστροειδούς και στις στιβάδες των φωτοϋποδοχέων[10].
Ο χαλαρά δεσμευμένος ψευδάργυρος στους φωτοϋποδοχείς μπορεί να παίζει ρόλο στον καταρράκτη φωτομετατροπής και στην αναγέννηση της ροδοψίνης.
Ο χαλαρά δεσμευμένος ψευδάργυρος βρίσκεται επίσης στα προσυναπτικά κυστίδια των κυττάρων φωτοϋποδοχέων στην εξωτερική και την εσωτερική πλέγματοειδή στοιβάδα και μπορεί να απελευθερωθεί συναπτικά για να επηρεάσει, τόσο τους ιονοτροπικούς, όσο και τους μεταβοτροπικούς υποδοχείς (metabotropic receptors) και επίσης τους διαύλους ιόντων για τη ρύθμιση της νευροδιαβίβασης[10].
Η σωστή ποσότητα χαλαρά συνδεδεμένων ιόντων ψευδαργύρου διατηρείται ρυθμίζοντας τη λειτουργία των μεταφορέων ψευδαργύρου, των αισθητήρων και των πρωτεϊνών διακίνησης/αποθήκευσης (π.χ. μεταλλοθειονεΐνη). Η ομοιόσταση του ψευδαργύρου στον αμφιβληστροειδή απορυθμίζεται στη συστηματική εξάντληση ψευδάργυρου, τη γήρανση και ασθένειες όπως η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας. Ο χειρισμός του μεταβολισμού του ψευδαργύρου στον αμφιβληστροειδή σε αυτές τις καταστάσεις μπορεί να βελτιώσει την οπτική λειτουργία[10].
Tα ηλικιωμένα άτομα πρέπει να ελέγχουν τρεις φορές κατ΄έτος τα επίπεδα του ψευδαργύρου στο αίμα τους. Τα επίπεδα ψευδαργύρου στον ορό ή στο πλάσμα χρησιμοποιούνται τυπικά στην κλινική πρακτική για την αξιολόγηση της κατάστασης ψευδάργυρου. Σε υγιή άτομα, η ποσότητα ψευδαργύρου στον ορό ή στο πλάσμα είναι 80 έως 120 mcg/dL (12 έως 18 mcmol/L)[11].
Τα επίπεδα ψευδαργύρου στον ορό κάτω από 70 mcg/dL στις γυναίκες και 74 mcg/dL στους άνδρες υποδηλώνουν έλλειψη ψευδαργύρου. Τα επιθυμητά επίπεδα ψευδαργύρου σγια τη διατήρηση της υγείας των ματιών είναι τα 100-120 mcg/dL.
Σε περίπτωση έλλειψης ψευδαργύρου συνιστάται η κήψη πικολινικού ψευδαργύρου που συνδυάζεται με βιταμίνη C [Zincobell]. Κάθε κάψουλα του Zincobell περιέχει 10mg πικολινικού ψευδαργύρου και 119mg βιταμίνης C. H δοσολογία είναι 1-4 κάψουλες ημερησίως μετά από λήψη φαγητού. Αν ληφθούν 4 κάψουλες ημερησίως λαμβάνεται μία ανά 6ωρο.
Bιβλιογραφική Τεκμηρίωση
1.García-Ayuso D, Di Pierdomenico J, Martínez-Vacas A, Vidal-Sanz M, Picaud S, Villegas-Pérez MP. Taurine: a promising nutraceutic in the prevention of retinal degeneration. Neural Regen Res. 2024 Mar;19(3):606-610.
2.B H Grahn, P G Paterson, K T Gottschall-Pass, Z Zhang. Zinc and the eye. J Am Coll Nutr. 2001 Apr;20(2 Suppl):106-18.
3.Valentine RA, Jackson KA, Christie GR, Mathers JC, Taylor PM, Ford D. ZnT5 variant B is a bidirectional zinc transporter and mediates zinc uptake in human intestinal Caco-2 cells. J Biol Chem. 2007 May 11;282(19):14389-93.
4.Bel-Serrat S, Stammers AL, Warthon-Medina M, Moran VH, Iglesia-Altaba I, Hermoso M, Moreno LA, Lowe NM; EURRECA Network. Factors that affect zinc bioavailability and losses in adult and elderly populations. Nutr Rev. 2014 May;72(5):334-52.
5.Lu J, Stewart AJ, Sadler PJ, Pinheiro TJ, Blindauer CA. Albumin as a zinc carrier: properties of its high-affinity zinc-binding site. Biochem Soc Trans. 2008 Dec;36(Pt 6):1317-21.
6.Watanabe T, Yonemoto S, Ikeda Y, Kawaguchi K, Tsukamoto T.Copper deficiency anemia due to zinc supplementation in a chronic hemodialysis patient. CEN Case Rep. 2024 Mar 23.
7.Chiba M, Katayama K, Takeda R, Morita R, Iwahashi K, Onishi Y, Kita H, Nishio A, Kanno T, Saito T, Maeda K, Naito M, Michida T, Ito T.Diuretics aggravate zinc deficiency in patients with liver cirrhosis by increasing zinc excretion in urine. Hepatol Res. 2013 Apr;43(4):365-73.
8.Joanna Suliburska, Katarzyna Skrypnik, Monika Szulińska, Justyna Kupsz, Leszek Markuszewski, Paweł Bogdański. Diuretics, Ca-Antagonists, and Angiotensin-Converting Enzyme Inhibitors Affect Zinc Status in Hypertensive Patients on Monotherapy: A Randomized Trial. Nutrients. 2018 Sep 11;10(9):1284.
9.Stiles LI, Ferrao K, Mehta KJ. Role of zinc in health and disease. Clin Exp Med. 2024 Feb 17;24(1):38.
10.Ugarte M, Osborne NN. Recent advances in the understanding of the role of zinc in ocular tissues. Metallomics. 2014 Feb;6(2):189-200.