Η συμπληρωματική χορήγηση ψευδαργύρου και βιταμίνης D3 μπορεί να αυξήσει τη λίμπιντο και την ερωτική διάθεση©

Υπό του Δρ. Δημητρίου Ν. Γκέλη (MD, ORL, DDS, PhD, Medical Life Coach) και των συνεργατών του.

Zincobell: Μπορείτε να αγοράσετε το προϊόν online μέσω της ιστοσελίδας pharmagel.gr ακολουθώντας τον παρακάτω σύνδεσμο:

Αγορά Zincobell


  Περίληψη άρθρου

Ο ψευδάργυρος είναι σημαντικός για την παραγωγή της τεστοστερόνης. Η εξάπλωση του ανδρικού υπογοναδισμού σε άνδρες ηλικίας 40-80 ετών φτάνει το 2.1% και υπολογίζεται από την εύρεση χαμηλών επιπέδων τεστοστερόνης στον ορό [επίπεδα ολικής τεστοστερόνης μικρότερα των 11 nmol/l και της ελεύθερης τεστοστερόνης λιγότερα από 220 pmol/l], και την ταυτόχρονη παρουσία τριών σεξουαλικών συμπτωμάτων, ήτοι ελάττωση της λίμπιντο, ελάττωση της συχνότητας σεξουαλικών σκέψεων και των πρωινών στύσεων, στυτική δυσλειτουργία Όταν υπάρχει έλλειψη ψευδαργύρου μπορεί να προκληθεί υπογοναδισμός, βλάβη των κυττάρων του Leydig των όρχεων, ελλειμματική παραγωγή ορμονών του φύλου, διαταραχή της σπερματογένεσης, φλεγμονή, αντιοξειδωτικό έλλειμμα, θάνατος του σπέρματος και ανδρική στειρότητα.

Ο ψευδάργυρος παίζει σημαντικό ρόλο στην ανδρική αναπαραγωγική ικανότητα, διότι είναι απαραίτητος για τη διατήρηση των γαμετογόνων κυττάρων, την εξέλιξη της σπερματογένεσης και τη ρύθμιση της κινητικότητας των σπερματοζωαρίων [1].

Η ανεπαρκής λήψη του ψευδαργύρου με τη διατροφή ή η ανεπαρκής απορρόφησή του από το έντερο προκαλεί έλλειψη ψευδαργύρου, που μεταξύ των άλλων μπορεί να ελαττώσει σε βαθμό που ποικίλει τα επίπεδα της τεστοστερόνης στον ορό, σε άνδρες, που κατά τα άλλα είναι υγιείς.

Να γιατί τα οστρακοειδή έχουν φήμη ως αφροδιασιακής τροφής (περιέχουν μεγάλες ποσότητες ψευδαργύρου).

 Έχει βρεθεί επίσης ότι τα άτομα που αποβάλουν μεγαλύτερες ποσότητες ψευδαργύρου στα ούρα, παράγουν μικρότερες  ποσότητες τεστοστερόνης [2]. 

H βιταμίνη D ρυθμίζει τη λειτουργία 3.000 γονιδίων και έχει οστεοπροστατευτικές, ανοσοτροποποιητικές, καρδιοπροστατευτικές και αντικαρκινικές ιδιότητες, ενώ συμμετέχει στην ποσοτική και ποιοτική παραγωγή του σπέρματος και συμβάλλει στην ομαλή λειτουργία των όρχεων και του προστάτη. Έχουν βρεθεί υποδοχείς για τη βιταμίνη D σε όλους τους ιστούς του ανθρωπίνου σώματος, συμπεριλαμβανομένων και των οργάνων του αναπαραγωγικού συστήματος.

Οι κλινικές συνέπειες της ελάττωσης των επιπέδων της τεστοστερόνης

Οι όρχεις των ενηλίκων περιέχουν άφθονο ψευδάργυρο και ο προστάτης είναι το πλέον ψευδαργυροβριθές

Όταν υπάρχει έλλειψη ψευδαργύρου μπορεί να προκληθεί υπογοναδισμός, βλάβη των κυττάρων του Leydig των όρχεων, ελλειμματική παραγωγή ορμονών του φύλου, διαταραχή της σπερματογένεσης, φλεγμονή, αντιοξειδωτικό έλλειμμα, θάνατος του σπέρματος και ανδρική στειρότητα. 

Beigi Harchegani ADahan HTahmasbpour EBakhtiari Kaboutaraki HShahriary A. Effects of zinc deficiency on impaired spermatogenesis and male infertility: the role of oxidative stress, inflammation and apoptosis. Hum Fertil (Camb). 2018 Aug 21:1-12. 

όργανο του ανθρωπίνου σώματος. Η έλλειψη ψευδαργύρου  πρώτα  διαταράσσει τη δραστηριότητα του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης. Αυτή η διαταραχή με τη σειρά της οδηγεί στην ελάττωση της παραγωγής τεστοστερόνης και ανακοπή της σπερματογένεσης [3].

Ελαττωματικά σπερματοζωάρια έχουν παρατηρηθεί σε πειραματόζωα με έλλειψη ψευδαργύρου.  Πιστεύεται ότι ο ψευδάργυρος  βοηθάει στην αύξηση του προσδοκώμενου χρόνου ζωής των σπερματοζωαρίων, αφού γίνει η εκσπερμάτιση [4].

Έχει αποδειχτεί σε πειραματόζωα ότι η οριακή ή η σοβαρή έλλειψη ψευδαργύρου  επηρεάζει αρνητικά  τη στεροειδογένεση  των όρχεων και συνεπώς την παραγωγή τεστοστερόνης. Γιαυτό υποστηρίζεται  η ιδέα, ότι ο υπογοναδισμός και στους άνδρες (ελάττωση της παραγωγής τεστοστερόνης)  από έλλειψη ψευδαργύρου  προκύπτει κυρίως  από τις αλλαγές στη στεροειδογένεση των όρχεων ή έμμεσα από την ανεπάρκεια των κυττάρων του Leydig στους όρχεις [4].

Η έλλειψη ψευδαργύρου στις γυναίκες μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα  όπως η διαταραχή της σύνθεσης/έκκρισης  των ορμονών FSH και LH, ανώμαλη ανάπτυξη των ωοθηκών, διάσπαση του οιστρικού κύκλου, συχνές αποβολές των εγκύων, τοξιναιμία της κυήσεως και γέννηση ελλειποβαρών νεογνών [5].

 Οι συνέπειες της ελάττωση των επιπέδων της τεστοστερόνης στους γηράσκοντας άνδρες 

Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος, Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Φλάμπουρο Λουτρακίου, 20300, Τ. 27440 23768, 6944280764 

www.gelis.gr   www.pharmagel.gr   pharmage@otenet.gr

ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ: Συμπληρωματική Ιατρική, Κλινική Φαρμακολογία, Ιατρική Διατροφολογία 

Αικατερίνη Γκέλη 
Ιατρός, 

Ακτινοδιαγνώστρια 
με ιδιαίτερο ενδιαφέρον
στην Ιατρική Διατροφολογία,
Ακτινοδιαγνωστική και 
Υπερηχογραφική Διαγνωστική
Περιβαλλοντική Ιατρική, 
Συμπληρωματική Ιατρική
Διεύθυνση Ιατρείου:
Παπαληγούρα 16, Άσσος 
Κορινθίας, Τηλ. 2741087758,
6944644820 
email:kgkeli@hotmail.com

H ελάττωση των επιπέδων της τεστοστερόνης στους άνδρες που γηράσκουν  μπορεί να οδηγήσει σε ένα σύνδρομο, στο οποίο έχουν δοθεί διάφορες ονομασίες, όπως: Ανδρική εμμηνόπαυση ή κλιμακτήριο, ανδρόπαυση και μερική έλλειψη ανδρογόνου του γηράσκοντος ανδρός [partial androgen deficiency of the ageing male (PADAM)].

 Ο όρος όψιμος υπογοναδισμός [Late-onset hypogonadism (LOH)] περιγράφει καλύτερα το σύνδρομο, και γιαυτό το λόγο προτιμάται η χρήση του σήμερα [6].

Ο όψιμος υπογοναδισμός είναι μια διαταραχή, της οποίας η εξάπλωση αυξάνει με την πάροδο της ηλικίας.  Αν και η ελάττωση της παραγωγής τεστοστερόνης είναι συνηθισμένη στον άνδρα που γερνάει, εν τούτοις μόνον ένας μικρός αριθμός ανδρών αναπτύσσει γνήσιο σύνδρομο χαμηλής τεστοστερόνης με σεξουαλικές διαταραχές (στυτική δυσλειτουργία), σωματικά ενοχλήματα (απώλεια σφρίγους και σωματικής δύναμης) και ψυχολογικά προβλήματα (π,χ, κατάθλιψη) [7].

Η διάγνωση του υπογοναδισμού της γεροντικής ηλικίας  βασίζεται στην παρουσία συμπτωμάτων που δηλώνουν την ύπαρξη έλλειψης τεστοστερόνης, μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται  η απώλεια της σεξουαλικής ορμής και διάθεσης (λίμπιντο), η απουσία αυτόματης πρωινής στύσης,  στυτική δυσλειτουργία και χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης στον ορό[8]. 

Αναφέρεται ότι η εξάπλωση του υπογοναδισμού (ελάττωση της τεστοστερόνης) στους άνδρες ηλικίας 30-69 ετών κυμαίνεται μεταξύ των  3.1-7.0% και στους άνδρες ηλικίας 70 ετών και άνω φτάνει τα 18.4%.

Η εξάπλωση της έλλειψης τεστοστερόνης με εκδήλωση συμπτωμάτων φτάνει  το 5.6% και αυξάνει ουσιαστικά με την αύξηση της ηλικίας [9].

Έχει εκτιμηθεί ότι από τους άνδρες με υπογοναδισμό μόνον το 5-35% παίρνει θεραπεία για την κατάστασή του. Η θεραπεία του υπογοναδισμού με τη χορήγηση τεστοστερόνης αποφασίζεται και παρακολουθείται από τον ενδοκρινολόγο ή τον ουρολόγο του πάσχοντος.

Η ελάττωση στης τεστοστερόνης στον όψιμο υπογοναδισμό είναι συχνά οριακή. Ο υπογοναδισμός μπορεί να οφείλεται, είτε σε πρωτοπαθή ανεπάρκεια των όρχεων (χαμηλή τεστοστερόνη, υψηλή ωχρινοτρόπος ορμόνη [luteinizing hormone (LH)], είτε σε δευτεροπαθή, που οφείλεται σε ανεπάρκεια υποθάλαμου-υπόφυσης [χαμηλή τεστοστερόνη, χαμηλή ή  ανάρμοστα φυσιολογική LH].

H δεύτερη μορφή συνήθως σχετίζεται με αυξημένο σωματικό βάρος/παχυσαρκία ή με κάποια χρόνια νόσο (π.χ. σακχαρώδης διαβήτης, μεταβολικό σύνδρομο, καρδιαγγειακή και χρόνια αποφρακτική νόσος και σωματική αδυναμία.

Ένα πρόβλημα που υπάρχει με τη διάγνωση του όψιμου υπογοναδισμού είναι ότι τα συμπτώματα (στο 20%-40% μη επιλεγμένων ανδρών) και η χαμηλή τεστοστερόνη στην κυκλοφορία του αίματος  (στο 20% των ανδρών >70 ετών) δεν συμπίπτουν στο ίδιο άτομο.

Στη δημοσίευση  της European Male Aging Study (EMAS) αναφέρεται ότι η εξάπλωση του ανδρικού υπογοναδισμού σε άνδρες ηλικίας 40-80 ετών φτάνει το 2.1% και υπολογίζεται από την εύρεση χαμηλών επιπέδων τεστοστερόνης στον ορό [επίπεδα ολικής τεστοστερόνης μικρότερα των 11 nmol/l και της ελεύθερης τεστοστερόνης λιγότερα από  220 pmol/l], και την ταυτόχρονη παρουσία τριών σεξουαλικών συμπτωμάτων, ήτοι ελάττωση της λίμπιντο,  ελάττωση της συχνότητας σεξουαλικών σκέψεων και των πρωινών στύσεων,  στυτική δυσλειτουργία [10].

Ιδιαιτέρως η παχυσαρκία, η διαταραγμένη γενική υγεία  και η έλλειψη ψευδαργύρου είναι οι συνηθέστερες αιτίες χαμηλής τεστοστερόνης, παρά αυτή η ίδια, η μεγάλη ηλικία.

Σπανίζουν οι τεκμηριωμένες πληροφορίες για το εάν και πως θα πρέπει να θεραπευτεί ο όψιμος υπογοναδισμός.

Η πιο λογική θεραπευτική προσέγγιση του όψιμου υπογοναδισμού  είναι η τροποποίηση του τρόπου ζωής, ο περιορισμός του σωματικού βάρους, η άμεση θεραπευτική αντιμετώπιση των συνυπαρχουσών νόσων, η μέτρηση των επιπέδων της τεστοστερόνης, της 25-υδροξυβιταμίνης D3 και του ψευδαργύρου στον ορό. 

Αντιμετώπιση του όψιμου υπογοναδισμού

Ο όψιμος υπογοναδισμός μπορεί να αντιμετωπιστεί με τη χορήγηση τεστοστερόνης. Με αυτό τον τρόπο αυξάνουν τα επίπεδα της τεστοστερόνης στο αίμα και έτσι  αποκαθίσταται  η σεξουαλική επιθυμία και η λίμπιντο στους άνδρες, αλλά και στις γυναίκες [11].

Η θεραπεία του όψιμου υπογοναδισμού με τη χορήγηση τεστοστερόνης  γίνεται πολύ προσεκτικά εκ μέρους του γιατρού, ο οποίος γνωρίζει  εκτός από  τα θετικά αποτελέσματα και τις παρενέργειες που μπορεί να συνοδεύουν αυτή τη θεραπεία με τη χορήγηση τεστοστερόνης.

Υπενθυμίζεται ότι η θεραπεία με τεστοστερόνη μπορεί να προλάβει ή να αντιμετωπίσει όλες τις καταστάσεις που οφείλονται στο γήρας, όπως η οστεοπόρωση, η γνωσιακή έκπτωση, η μεταβολική δυσλειτουργία και η πτωχή ή ανύπαρκτη σεξουαλική δραστηριότητα.

Βεβαίως υπάρχουν ορισμένες τεκμηριωμένες ενδείξεις χορήγησης τεστοστερόνης από το γιατρό, ο οποίος πάντοτε ζυγίζει τα οφέλη ή τους κινδύνους για τον ασθενή από αυτή τη χορήγηση. Τα οφέλη και οι κίνδυνοι από τη χορήγηση τεστοστερόνης πάντοτε πρέπει να συζητούνται λεπτομερώς μεταξύ του ασθενούς και του γιατρού του.

Πάντοτε θα ενημερώνεται ο ασθενής για τους πιθανούς κινδύνους του προστάτη του ασθενούς από τη χορήγηση τεστοστερόνης.

 Η ανταπόκριση του ασθενούς στη θεραπεία με τεστοστερόνη αξιολογείται από τον γιατρό του. Αν δεν υπάρχει η επιθυμητή ανταπόκριση  και η συμπτωματολογία του δεν βελτιώνεται, ο ασθενής θα πρέπει να ερευνάται εκτενέστερα για την παρουσία άλλων νόσων που μπορεί να είναι κρίσιμη η αντιμετώπισή τους. Οποιαδήποτε ηλικία ενήλικος άνδρας με υπογοναδισμό δεν αποτελεί αντένδειξη να κάνει θεραπεία με τεστοστερόνη [12]. 

Χορήγηση ψευδαργύρου σε άτομα με όψιμο υπογοναδισμό διαφόρων αιτιολογιών

Σε μερικές μελέτες, που έγιναν σε γηράσκοντες άνδρες, περιγράφεται ότι μερικά διατροφικά συστατικά και ιδιαιτέρως η βιταμίνη Α, βιταμίνη Ε, ψευδάργυρος και σελήνιο βοηθούν θετικά την έλλειψη ανδρογόνων και την παραγωγή σπέρματος [13].

Η χορήγηση ψευδαργύρου από το στόμα σε ασθενείς που κάνουν αιμοκάθαρση αυξάνει τα επίπεδα της τεστοστερόνης και έτσι μπορεί να αποκατασταθούν η σεξουαλική διάθεση και η λίμπιντο αυτών των ασθενών [14].

H έλλειψη τεστοστερόνης σε ενήλικες άνδρες με δρεπανοκυτταρική αναιμία μπορεί να διορθωθεί με τη συμπληρωματική χορήγηση ψευδαργύρου [15].

 Ενίσχυση της σεξουαλικής ορμής και διάθεσης  με συμπληρωματική χορήγηση ψευδαργύρου

Ο ψευδάργυρος είναι σημαντικότατος τόσο για την γενική υγεία, αλλά και για τη διατήρηση της σεξουαλικής ορμής και διάθεσης (λίμπιντο) [16].

Ο ψευδάργυρος είναι σημαντικός για την παραγωγή της τεστοστερόνης.  Η  συμπληρωματική λήψη ψευδαργύρου  για έξη εβδομάδες προκάλεσε  σημαντική βελτίωση των επιπέδων της τεστοστερόνης  σε ενήλικους άνδρες , που είχαν χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης στον ορό τους [17].

Επίσης η έρευνα απέδειξε ότι, περιορίζοντας τη λήψη ψευδαργύρου μέσω των τροφών  σε ενήλικες άνδρες περιορίζονται σημαντικά τα επίπεδα του ψευδαργύρου, ενώ η συμπληρωματική χορήγηση ψευδαργύρου, επί 6 μήνες, σε άτομα με  οριακή έλλειψη ψευδαργύρου, τα αυξάνει [18].

Έχει βρεθεί ότι η εξαντλητική βαριά προπόνηση των αθλητών πάλης εξαντλεί τα αποθέματα τεστοστερόνης και των ορμονών του θυρεοειδούς. Η συμπληρωματική χορήγηση ψευδαργύρου, επί 4 εβδομάδες, σ’ αυτούς τους, πρόλαβε εκδήλωση αυτού του φαινομένου [19].

Έχει υπολογιστεί ότι το 45% των ανδρών άνω των 60 ετών μπορεί να προσλαμβάνουν, μέσω της διατροφής, χαμηλότερες ποσότητες ψευδαργύρου, από αυτές που συνιστώνται για την ηλικία τους.

Παρατηρήθηκε σ’ αυτά τα άτομα ότι, ακόμη και όταν με τη τροφή έπαιρναν τις συνιστώμενες ημερήσιες ποσότητες ψευδαργύρου με τη διατροφή τους, ένα 20-25 αυτών των ηλικιωμένων ατόμων , θα εξακολουθούσε να μην προσλαμβάνει επαρκείς ποσότητες ψευδαργύρου [20].

Η καλύτερη πηγή πρόσληψης ψευδαργύρου είναι τα πλούσια σε ψευδάργυρο τρόφιμα, όπως το κρέας, τα ψάρια, το πρόσφατα αρμεγμένο βιολογικό γάλα, τα βιολογικά τυριά, τα φασόλια, το γιαούρτι και το κεφίρ, που έχει φτιαχτεί από φρέσκο μη παστεριωμένο γάλα.

Οι χορτοφάγοι είναι δύσκολο να προσλάβουν αρκετό ψευδάργυρο. Αλλά και οι κρεατοφάγοι δεν παίρνουν πάντοτε επαρκή επίπεδα ψευδαργύρου, διότι τα ζώα ταΐζονται με τροφές, που έχουν παραχθεί κάτω από συνθήκες συμβατικής γεωργίας, δηλαδή έχουν καλλιεργηθεί με τη χρήση συνθετικών λιπασμάτων, παρασιτοκτόνων και τοξικών ζιζανιοκτόνων που έχουν εξαφανίσει τον ψευδάργυρο από το έδαφος.

Πολλές φορές και ο τρόπος παρασκευής μιας τροφής συμβάλλει στην ελάττωση του περιεχομένου του σε ψευδάργυρο. Το μαγείρεμα των τροφίμων κάνει δραστική περικοπή των επιπέδων των θρεπτικών συστατικών τους, όπως ο ψευδάργυρος. Συνιστάται η αποφυγή του υπερμαγειρεύματος των τροφών.

 Επιλογή σκευάσματος ψευδαργύρου

Μεταξύ των διαφόρων μορφών ψευδαργύρου, που χρησιμοποιούνται συμπληρωματικά, επιλέγεται ο πικολινικός ψευδάργυρος, που φέρεται μαζί με βιταμίνη C σε κάψουλες. Ο πικολινικός ψευδάργυρος είναι μια ιδιαίτερα ευαπορρόφητη μορφή ψευδαργύρου, του οποίου η απορροφητικότητα ενισχύεται επιπλέον από τη βιταμίνη C, με την οποία  έχει συνεργική δράση. 

Το Zincobell είναι κάψουλες, που περιέχουν 10mg πικολινικού ψευδαργύρου μαζί με 119 mg βιταμίνης C [L-ασκορβικό οξύ], η οποία επιταχύνει περισσότερο την απορρόφηση του ψευδαργύρου από το λεπτό έντερο. Το Zincobell δεν περιέχει έκδοχα, ούτε χημικά συντηρητικά, πράγμα που εγγυάται την καθαρότητά του και την προστασία του λήπτη από την άσκοπη είσοδο χημικών ουσιών στο πεπτικό σύστημα και το ήπαρ του.

Δεν συνιστάται η λήψη περισσοτέρων των 40mg ψευδαργύρου ημερησίως [4 κάψουλες Zincobell, διότι μπορεί να προκληθούν παρενέργειες [συνήθης είναι η ναυτία]. 

Σχέση της λίμπιντο με τη βιταμίνη  D3

Στην κλινική πράξη, όταν αναφερόμαστε στη βιταμίνη D  εννοούμε κυρίως τη βιταμίνη D3. Eίναι αποδεδειγμένο πια ότι βρισκόμαστε παγκοσμίως σε μια πανδημία έλλειψης βιταμίνης D3.

H έλλειψη αυτή επηρεάζει μεταξύ των άλλων και τη σεξουαλική υγεία των ανδρών, διότι η βιταμίνη D3 παίζει ρόλο στην ανάπτυξη του πυρήνα των σπερματικών κυττάρων και βοηθάει στη διατήρηση της καλής ποιότητας του σπέρματος και του κανονικού αριθμού των σπερματοζωαρίων.

Η βιταμίνη D3 αυξάνει και τα επίπεδα της τεστοστερόνης, πράγμα που βοηθάει στην αύξηση της σεξουαλικής ορμής και διάθεσης (λίμπιντο). Όπως αποδείχτηκε και πειραματικά  σε  καλλιέργειες κυττάρων όρχεων η βιταμίνη D3 παίζει μείζονα ρόλο στην ανδρική στεροειδογένεση [21, 22]

Είναι απαραίτητη η μέτρηση των επιπέδων της 25 υδροξυβιταμίνης D3 στον ορό του αίματος δύο φορές το χρόνο. Η 25 υδροξυβιταμίνης D3 είναι ο κύριος μεταβολίτης της βιταμίνης D3. Tα επιθυμητά επίπεδα της βιταμίνης D3 στους ενήλικους είναι γύρω στα  60 -80 ng/ml.  

Μπορεί να προσλάβει κανείς αποτελεσματικά βιταμίνη D3 αν εκθέσει όλο το σώμα του στον ήλιο τις μεσημβρινές ώρες 11.00-1.00μμ επί 12-15 λεπτά της ώρας, τους θερινούς μήνες. Η συχνή ή χρόνια  έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία πέραν των 15 λεπτών μπορεί να προκαλέσει βλάβη στο δερματικό DNA και μελλοντικά να ευνοήσει την καρκινογένεση του δέρματος.

Το δέρμα των ατόμων άνω των 60 ετών παράγει πολύ μικρές ποσότητες βιταμίνης D3 Ή δεν φωτοσυνθέτει βιταμίνη D3  και πρέπει να παίρνουν  από το στόμα συμπληρωματικά βιταμίνη D3.

Από τα παρασκευάσματα βιταμίνης D3 που κυκλοφορούν στο εμπόριο αυτό που διαθέτει την πλέον ευαπορρόφητη βιταμίνη D3  είναι το D3 Gkelin drops, διότι η βιταμίνη D3 φέρεται μαζί με ελαιόλαδο. Είναι γνωστό ότι η βιταμίνη D3 λιποδιαλυτή βιταμίνη και γιαυτό η βιταμίνη D3  του D3 Gelin drops απορροφάται με βεβαιότητα.

Βιβλιογραφiκή Τεκμηρίωση

1. Yamaguchi S1, Miura C, Kikuchi K, Celino FT, Agusa T, Tanabe S, Miura T. Zinc is an essential trace element for spermatogenesis. Proc Natl Acad Sci U S A. 2009 Jun 30;106(26):10859-64.

2. Zeng Q1, Zhou B, Feng W, Wang YX, Liu AL, Yue J, Li YF, Lu WQ. Associations of urinary metal concentrations and circulating testosterone in Chinese men. Reprod Toxicol. 2013 Nov;41:109-14. doi: 10.1016/j.reprotox.2013.06.062. Epub 2013 Jun 17.

3. Bedwal RS1, Bahuguna A. Zinc, copper and selenium in reproduction. Experientia. 1994 Jul 15;50(7):626-40.

4. Hamdi SA1, Nassif OI, Ardawi MS. Effect of marginal or severe dietary zinc deficiency on testicular development and functions of the rat. Arch Androl. 1997 May-Jun;38(3):243-53.

5. Hamdi SA1, Nassif OI, Ardawi MS. Effect of marginal or severe dietary zinc deficiency on testicular development and functions of the rat. Arch Androl. 1997 May-Jun;38(3):243-53.

6. Huhtaniemi I. Late-onset hypogonadism: current concepts and controversies of pathogenesis, diagnosis and treatment. Asian J Androl. 2014 Mar-Apr;16(2):192-202.

7. Huhtaniemi I. Late-onset hypogonadism: current concepts and controversies of pathogenesis, diagnosis and treatment. Asian J Androl. 2014 Mar-Apr;16(2):192-202. doi: 10.4103/1008-682X.122336.

8. Singh P. Andropause: Current concepts. Indian J Endocrinol Metab. 2013 Dec;17(Suppl 3):S621-9.

9. Araujo AB, Esche GR, Kupelian V, O'Donnell AB, Travison TG, Williams RE, et al. Prevalence of symptomatic androgen deficiency in men. J Clin Endocrinol Metab 2007;92:4241-5. 

10. Tajar A, Huhtaniemi IT, O'Neill TW, Finn JD, Pye SR, Lee DM, et al. EMAS Group. Characteristics of androgen deficiency in late onset hypogonadism: Results from European Male Aging Study (EMAS). J Clin Endocrinol Metab 2012;97:1508-16.

11. Sagheb MM, Hamidian Jahromi A, Shabani S, Ghaffarpasand F, Afshariani R. Impact of oral zinc therapy on the level of sex hormones in male patients on hemodialysis. Ren Fail. 2010 May;32(4):417-9

12. Singh P. Andropause: Current concepts. Indian J Endocrinol Metab. 2013 Dec;17(Suppl 3):S621-9.

13. He F1, Feng L. Effects of some micronutrients on partial androgen deficiency in the aging male. Zhonghua Nan Ke Xue. 2005 Oct;11(10):784-6.

14. Jalali GR1, Roozbeh J, Mohammadzadeh A, Sharifian M, Sagheb MM, Hamidian Jahromi A, Shabani S, Ghaffarpasand F, Afshariani R. Impact of oral zinc therapy on the level of sex hormones in male patients on hemodialysis. Ren Fail. 2010 May;32(4):417-9.

15. Prasad AS, Abbasi AA, Rabbani P, DuMouchelle E. Effect of zinc supplementation on serum testosterone level in adult male sickle cell anemia subjects. Am J Hematol. 1981;10(2):119-27.

16. Dissanayake D1, Wijesinghe PS, Ratnasooriya WD, Wimalasena S. Effects of zinc supplementation on sexual behavior of male ratsJ Hum Reprod Sci. 2009 Jul;2(2):57-61.

17. Netter A, Hartoma R, Nahoul K. Effect of zinc administration on plasma testosterone, dihydrotestosterone, and sperm count. Arch Androl. 1981 Aug;7(1):69-73.

18. Prasad AS1, Mantzoros CS, Beck FW, Hess JW, Brewer GJ. Zinc status and serum testosterone levels of healthy adults. Nutrition. 1996 May;12(5):344-8.

19. Kilic M1, Baltaci AK, Gunay M, Gökbel H, Okudan N, Cicioglu I. The effect of exhaustion exercise on thyroid hormones and testosterone levels of elite athletes receiving oral zinc. Νeuro Endocrinol Lett. 2006 Feb-Apr;27(1-2):247-52.

20. NationalInstitutesofHealth, OfficeofDietarySupplements, Zinc

21. Hofer D1, Münzker J, Schwetz V, Ulbing M, Hutz K, Stiegler P, Zigeuner R, Pieber TR, Müller H, Obermayer-Pietsch B. Testicular synthesis and vitamin D action. J Clin Endocrinol Metab. 2014 Jun 17:jc20141690.

22. Rehana Rehman, Salima Lalani, Mukhtiar Baig, Iman Nizami, Zohaib Rana, Zohair Jamil Gazzaz. Association Between Vitamin D, Reproductive Hormones and Sperm Parameters in Infertile Male Subjects. Front Endocrinol (Lausanne) 2018; 9: 607. Published online 2018 Oct 16.

Σημείωση: Το παρόν επιστημονικό άρθρο γράφτηκε για λόγους ενημέρωσης των ιατρών και των λοιπών επιστημόνων υγείας και δεν αποτελεί  μέσο διάγνωσης ή αντιμετώπισης ή πρόληψης ασθενειών, ούτε αποτελεί ιατρική συμβουλή για ασθενείς, από τον συγγραφέα ή τους συγγραφείς του άρθρου. 

Την ευθύνη της διάγνωσης, θεραπείας και πρόληψης των ασθενειών τις έχει μόνον ο θεράπων ιατρός του κάθε ασθενούς, αφού πρώτα κάνει προσεκτικά ακριβή διάγνωση. 

Γιαυτό συνιστάται η αποφυγή της αυθαίρετης εφαρμογής ιατρικών πληροφοριών από μη ιατρούς. Τα συμπληρώματα διατροφής δεν είναι φάρμακα, αλλά μπορεί να χορηγούνται συμπληρωματικά, χωρίς να παραιτούνται οι ασθενείς από  τις αποδεκτές υπό της ιατρικής επιστήμης θεραπείες ή θεραπευτικές τεχνικές και μεθόδους, που γίνονται, όταν χρειάζονται, υπό ιατρική καθοδήγηση,  παρακολούθηση και ευθύνη. Οι παρατιθέμενες διαφημίσεις εξυπηρετούν της δαπάνες συντήρησης της παρούσας ιστοσελίδας 

Το παρόν άρθρο προστατεύεται από το Νόμο 2121/1993 και 4481/2017 για την πνευματική ιδιοκτησία. Η ολική ή μερική αντιγραφή του παρόντος επιστημονικού άρθρου χωρίς τη γραπτή έγκριση του Δρ Δημητρίου Ν. Γκέλη θεωρείται κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και διώκεται βάσει της νομοθεσίας.












Λιανική τιμή: 16.36€






...


  Ο συγγραφέας του παραπάνω άρθρου, Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης, δημιουργός του zinc.gr, σας ευχαριστεί που αφιερώσατε τον πολύτιμο χρόνο σας, για να διαβάσετε το παρόν άρθρο. Αν θα θέλατε να λαμβάνετε την ΙΑΤΡΙΚΗ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ του Δρ Δ.Ν.Γκέλη μπορείτε να εγγραφείτε στα ενημερωτικά μας email στέλνωντας μας τη διεύθυνση του ηλεκτρονικού σας ταχυδρομειου, μέσω της παρακάτω φόρμας.